English Greek Dictionary

English - ελληνικά

them in Greek:

1. τους


Η απόφασή μου να σπουδάσω στο εξωτερικό εξέπληξε τους γονείς μου.
Θα τους τελεφωνίσω όταν θα γυρίσω.

Greek word "them"(τους) occurs in sets:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 51 - 100